«Ἒτσι καθώς
πρέπει νά ἀποβάλλωμεν τά αἰρετικά βιβλία, ἒτσι πρέπει νά ἀποβάλλωμεν καί τά
ἐρωτικά βιβλία, καθώς εἶναι ἡ ρίμα τοῦ Ἐρωτοκρίτου, τῆς Ἐρωφίλης, τῆς Βοσκοπούλας
καί ἂλλων. Ὁμοίως καί τά γελωτοποιά καί ἂσεμνα καθώς εἶναι ἡ Χαλιμά, ὁ Μπερτόλδος,
τοῦ Σπανοῦ ἡ φυλλάδα καί τοῦ Γαϊδάρου
καί τά ὃμοια. Διατί, κατά τόν ἀποστολικόν τοῦτον κανόνα, λύπην καί βλάβην προξενοῦσιν
εἰς τάς ψυχάς τῶν Χριστιαννῶν. Καί ὃσοι γράφουν ἢ τυπώνουν ἢ ἀγοράζουν ἢ
διαβάζουν ἢ ἀκούουν αὐτά, βαρέως ἁμαρτάνουσι καί ἂς διορθωθοῦν.»
(Πηδάλιον, Λειψία, 1800, σ. 50. Ἀπό τό
βιβλίο τοῦ Φ.Μ.Ἠλιοῦ,
Προσθῆκες στήν ἑλληνική
βιβλιογραφία, Ἀθήνα, 1973, σ. 35.)
«Ἐκείνα ὁπού
εἲπομεν διά ἐκείνους ὁπού αἰσχρολογοῦν, λέγομεν καί διά ἐκείνους ὁπου κάθηνται
είς τὀ μέσον πολλῶν ανθρώπων καί διηγοῦνται μέ ἠδονήν τάς μυθολογίας τῶν Ἑλλήνων·
τούς ἀραβικούς μύθους τῆς Χαλιμάς· τάς ἑλληνικάς καί γραώδεις μυθολογίας τοῦ
ἂθεου Λουκιανοῦ· τάς ματαίας γενεαλογίας τῶν Ἑβραίων· τά ἐρωτικά παραμύθια τοῦ
Ἐρωτοκρίτου, τῆς Ἐρωφίλης καί ἂλλα ὃμοια.»
(Νικοδήμου
Ἁγιορείτου, Βιβλίον καλούμενον Χρηστοήθεια
τῶν Χριστιανῶν,
α΄ ἒκδοση: Βενετία, 1803, β΄ἒκδοση: Ἑρμούπολις Σύρου, 1838, σ. 102.)
«Ἐάν αὐτοί
[οἱ ἐξουθενωταί τῆς κοινῆς γλώσσης] δέν εὐρίσκουσι βοηθήματα είς τά βάρβαρα
συγγράμματα τῶν Γραικῶν, δι’ αὐτό τοῦτο δέν τά εὑρίσκουσιν, ὃτι ἡ πρόληψίς των
ῆ τούς ἐμπόδισεν ὁλότελα νά τά ἀναγνώσουσι ἢ τούς ἒκαμε νά τά ἀναγνώσουσι χωρίς
σκέψιν. Ὀμολογώ ὃτι δέν εἶναι νόστιμος διατριβή ν’ ἀναγιγνώσκη τίς τόν
Ἐρωτόκριτον καί ἂλλα τοιαῦτα ἐξαμβλώματα τῆς ταλαιπώρου Ἑλλάδος· ἀλλ’ ὃστις ἀγαπᾶ
τήν εὐειδεστάτην δέσποιναν, δέν πρέπει ν’ ἀμελῆ νά κολακεύει καί τήν δυσειδῆ
θεράπαιναν, ἐάν ἡ πρός τήν δέσποιναν εἲσοδος εὐκολύνεται ὁπωσδήποτε δι’ ἑαυτῆς.»
(Ἀ. Κοραής, 1805, Ἀλληλογραφία,
τόμ. Β΄, Ἀθήνα, 1966, ΟΜΕΔ, σ. 234.)
«Ὀ Κοραής
στραβοκατάλαβε τό «Ρωτόκριτο», κατά τή συνήθειά του, καί τόν ἐβάφτισε Ὃμηρο τῆς χυδαϊκῆς φιλολογίας. Τό ζωντανό τοῦ μύριζε χυδαῖο.»
(Πέτρος
Βλαστός, Ἡ ἑλληνική καί μερικές ἂλλες
παράλληλες διγλωσσίες, Ἀθήνα, 1934, σ. 108.)
«Δύσκολον νά
θεωρήσωμεν ὡς πτωχήν τήν γλώσσαν τῆς Ἐρωφίλης, τοῦ Ἐρωτοκρίτου καί τῶν
ποιημάτων τοῦ Σολωμού καί τοῦ Βαλαωρίτου. Εἰς τήν μακροτέραν τῆς Ἰλιάδος ἐποποιίαν τοῦ Κορνάρου οὒτε πεντήκοντα
ἠδυνάμεθα νά σημειώσωμεν ξένας λέξεις.»
(Ἐμμ. Ροΐδης,
Τά
Εἲδωλα, 1983, Ἃπαντα, τόμ. Δ, φιλολογική ὲπιμέλεια Ἃλκη Ἀγγέλου, Ἀθήνα,
1978, σ. 266.)
«Ἡ γλώσσα
τοῦ Ἐρωτόκριτου… εἶναι ἡ τελειότερα ὀργανωμένη
γλώσσα πού ἂκουσε ὁ μεσαιωνικός κόσμος κι ὁ νεώτερος ἑλληνισμός… Ὓστερα ἀπό
αἰῶνες καί κάμποσες δεκαετηρίδες ἐλεύθερης ζωῆς, ὓστερα ἀπό ἐρειπωμένο Σολωμό,
οἱ δεκαπεντασύλλαβοί μας μοιάζουν ἀκόμη ψελλίσματα μπροστά στόν λόγο τοῦ Ἐρωτόκριτου.»
(Γ.Σεφέρη,
Δοκιμές, β΄ ἒκδοση, Ἀθήνα, 1962, σ. 207.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου